Κείμενο υποδοχής

If I had to choose between music, dance or photography, I would choose all three, for I am enchanted with music, thrilled by dance and redeemed by photography!
Αν έπρεπε να διαλέξω ανάμεσα στη μουσική, το χορό και τη φωτογραφία, θα επέλεγα και τις τρεις τέχνες. Η μουσική με μαγεύει, ο χορός με ενθουσιάζει και η φωτογραφία με λυτρώνει!...

Κυριακή 2 Οκτωβρίου 2016

Το παράνομο Τυπογραφείο του ΕΑΜ και η θρυλική «Βικτώρια» κάτω απ΄ το σαλόνι.

Σοκ και δέος με την ηρωίδα της Εθνικής Αντίστασης «Βικτώρια».
Σοκ και δέος ένιωσα όταν πρωταντίκρυσα την «Βικτώρια», κατεβαίνοντας την κρυφή καταπακτή στο … σαλόνι του Βαγγέλη Μενεμενή, που σαράντα χρόνια παρέμενε κλειστή, σκεπασμένη μόνιμα με ένα χαλί, χωρίς να γνωρίζει κανένας, ούτε τα παιδιά του, ούτε ακόμα και η γυναίκα του, πως κάτω απ΄τα πόδια τους και σε βάθος δύο μέτρων υπήρχε το παράνομο τυπογραφείο του ΕΑΜ, όπου τυπωνόταν κατά κανόνα και μόνιμα η εφημερίδα του ΕΑΜ, «Ελεύθερη Ελλάδα» και «Απελευθερωτής» (όργανο του ΕΛΑΣ) και σποραδικά, φύλλα του «Ριζοσπάστη», έντυπα του ΚΚΕ, διάφορα έντυπα του ΕΑΜ, του ΕΛΑΣ, της Εθνικής Αλληλεγγύη.


Ήταν το μεγαλύτερο παράνομο Τυπογραφείο στην κατεχόμενη Ευρώπη. Έβγαιναν τεσσεράμισι με πέντε χιλιάδες φύλλα, τρεις φορές τον μήνα και οι χρεωμένοι σε αυτή τη δουλειά, δούλευαν από το πρωί ως το βράδυ, συνέχεια, από την Άνοιξη του 1942 μέχρι τον Οκτώβρη του 1944 που έφυγαν οι Γερμανοί, διατηρώντας, πάντα, όλους τους κανόνες της παρανομίας και προφύλαξης από περίεργα μάτια και «ευαίσθητα» αυτιά. Βλέπεις, η «Βικτώρια» έκανε ένα σχετικό θόρυβο. Έκτοτε, παρέμεινε κλειστό για σαράντα χρόνια.

Είχα την τύχη και την τιμή να κατέβω πρώτος την καταπακτή του,
το 1984, μετά από πρόσκληση του ΚΚΕ και να φωτογραφήσω τη θρυλική εκτυπωτική μηχανή «Βικτώρια» και τα άλλα σύνεργα, που όλα ήταν παραδομένα στη φθορά του χρόνου, όχι όμως, στη λήθη.

Με την ευκαιρία της ιστορικής επετείου από την ίδρυση (1941) του Εθνικού Απελευθερωτικού Μετώπου (ΕΑΜ), σας ξεναγώ, όχι στο σαλόνι της οικογένειας Μενεμενή αλλά, κάτω απ΄αυτό, σε έναν υπόγειο χώρο, δυο επί τρία μέτρα, όπου πρέπει να σκύψετε για να χωρέσετε. Με την έντονη μυρωδιά της μούχλας και με ένα κλεφτοφάναρο, προσέχοντας μην τσακιστώ κατέβηκα την απότομη σκάλα. Ρίγος και συγκίνηση ένοιωσα αντικρίζοντας την εκτυπωτική μηχανή, αραχνιασμένη μέσα στη σκόνη και δεξιά κι αριστερά τα κατάλοιπα της παράνομης και παράτολμης αυτής δουλειάς, τις στοιχειοθετημένες «σελίδες», τις μπροσούρες, τα κουπόνια, τις προκηρύξεις, ακόμα και αχρησιμοποίητο χαρτί.  Όλα είχαν την εικόνα της εγκατάλειψης, παραδομένα στην αδηφάγα υγρασία. Και μόνο στη σκέψη, πως εκεί μέσα δούλεψαν σαν τυφλοπόντικες σύντροφοι, αγνοώντας τους κινδύνους, με ένα υπέρμετρο θάρρος και τόλμη για μια ελεύθερη Ελλάδα, ριγώ.


Στο παράνομο τυπογραφείο, που είναι στην οδό Σκρα 31 και σήμερα λειτουργεί σαν μουσείο δούλεψαν, εκτός από τον ιδιοκτήτη Βαγγέλη Μενεμενή, ο Γιώργος Ελληνούδης και η γυναίκα του Καλλιόπη, ο Χρήστος Τζίμης και η γυναίκα του Ελένη, ο Νίκος Καλατζόπουλος, ο Τάκης Χατζής και ο Κώστας Βιδάλης (δημοσιογράφος) που ήταν προμηθευτής των υλικών. Υπεύθυνος για την παραλαβή και διανομή των εντύπων είχε αναλάβει ο εκτελεσμένος (1952) κομμουνιστής Μανώλης Λυγηρός (Λυγερός), ο «θείος» ή «παππούς» όπως τον αποκαλούσε η ομάδα, που υποδυόταν τον παλιατζή, καρβουνιάρη, μανάβη, κλπ., κουβαλώντας τσουβάλια ή τη χειράμαξά του. 

Τώρα θα μου πείτε, πώς μεταφέρθηκε εν μέσω των Γερμανών και των ρουφιάνων γερμανοτσολιάδων, η εκτυπωτική «Βικτώρια» στην οδό Σκρα. Ο Γ. Ελληνούδης με τον Β.
Μενεμενή σχεδίασαν τη δημιουργία του υπογείου και ο Κ. Βιδάλης είχε ήδη βρει την ηλεκτροκίνητη μηχανή «Βικτώρια», κάσες με τυπογραφικά στοιχεία, χαρτί κλπ., που ήταν καλυμμένα και αποθηκευμένα σε ένα υπόστεγο κτιρίου στα Χαυτεία. Η μεταφορά της μηχανής και των άλλων υλικών υπήρξε πολύ ριψοκίνδυνη περιπέτεια. Βρέθηκε καραγωγέας, με αμοιβή 500.000 δραχμές, για να μεταφέρει τη μηχανή και τα εξαρτήματα «αλευρόμυλου», όπως είπε στον καραγωγέα ο Γ. Ελληνούδης, αλλά χρειάστηκε και γερανός και τέσσερις φορτοεκφορτωτές για να φορτωθεί η «αλευρομηχανή». Το φορτίο έφθασε στο σπίτι της Σκρα και τοποθετήθηκε στο διάδρομο του σπιτιού. Ο καραγωγέας υποψιασμένος ότι δεν επρόκειτο για αλευρομηχανή απαίτησε επιπλέον 200.000 δραχμές, για να «ξεχάσει» αυτή τη μεταφορά. Το σπίτι σφραγίστηκε από φόβο μη μιλήσει ο καραγωγέας και παρακολουθούνταν από μακριά από τους Ελληνούδη - Μενεμενή σχεδόν ένα μήνα. Όταν εξέλειπε ο κίνδυνος κατέβασαν στην κατακόμβη τα υλικά και τη μηχανή και γρήγορα ο Χρήστος Τζίμης κατασκεύασε το παρκέ, με αδιόρατο από μη γνωρίζοντες άνοιγμα. Ο Β. Μενεμενής μετέτρεψε την ηλεκτροκίνητη «Βικτώρια» σε ποδοκίνητη και αργότερα σε χειροκίνητη, ώστε να γίνει τελείως αθόρυβη.


Ο Βαγγέλης Μενεμενής, κομμουνιστής και αγωνιστής της Εθνικής Αντίστασης που χάθηκε απροσδόκητα από τροχαίο, το 2007, θυμάται:  «Ο Ελληνούδης με προέτρεψε να γίνω βοηθός του. Ο Κώστας Βιδάλης προμήθευσε τα υλικά. Ο Κώστας ήταν δημοσιογράφος στον "Ριζοσπάστη". Φορτώσαμε τα κιβώτια σε ένα τετράτροχο κάρο, τα μεταφέραμε εδώ, τα κλειδώσαμε και μετά από λίγες μέρες ξαναμπήκαμε μέσα - παρακολουθούσαμε στενά, γιατί υπήρχε ο φόβος των Γερμανών - και αρχίσαμε τη δουλιά.
Ο Γιώργος Ελληνούδης και η γυναίκα του Καλλιόπη κόψανε το πάτωμα, σκάψαμε το χώμα για να χωρούν δύο άνθρωποι. Το χώμα το ρίξαμε στο διπλανό δωμάτιο. Βάλαμε τις κάσες με τα στοιχεία, αλλά είχαμε πρόβλημα με το πιεστήριο. Δεν μπορούσαμε να σκάψουμε άλλο, γιατί δεν μπορούσαμε να βγάλουμε πολύ χώμα. Μετά σκεφτήκαμε να κατεβάσουμε το πιεστήριο κοντά στα θεμέλια του σπιτιού, σε σκαμμένη τρύπα, με λοστούς και σχοινιά - πολύ βαρύ..! Μετά εγώ ασχολήθηκα με τη συναρμολόγηση και ο Ελληνούδης φρόντισε να χτίσει τον τοίχο. Σε δέκα μέρες ήταν έτοιμο να λειτουργήσει το Τυπογραφείο.
Ο Ελληνούδης έφερε δυο στοιχειοθέτες, τον Χρήστο Τζίμη και τον Τάκη Χατζή, ο οποίος έκανε και τις διορθώσεις.

Υπεύθυνος για την ομάδα του Τυπογραφείου ήταν ο Νίκος Πλουμπίδης. Άρχισε η στοιχειοθεσία και έτσι ξεκίνησε να δουλεύει το Τυπογραφείο. Το πρόβλημα ήταν ότι το πιεστήριο έκανε μεγάλο θόρυβο. Έτσι τα κουζινέτα του πιεστηρίου τα αντικαταστήσαμε με ρουλεμάν και τύλιξα τα σίδερα με λάστιχο ποδηλάτου και έτσι έγινε το πιεστήριο σχεδόν αθόρυβο και ευκολότερο.

Με το φόβο να μην εντοπιστεί το επάνω μέρος της καταπακτής και άρα και το πιεστήριο, καθότι ήταν ο φόβος των γερμανοτσολιάδων που έψαχναν τα σπίτια, αποφασίσαμε να το καμουφλάρουμε. Ο Ελληνούδης έφερε με δεμένα μάτια για το παρκέ ένα φίλο. Ηταν ο Χρήστος Τζίμης. Εκείνη την εποχή, γίνονταν εντατικές προσπάθειες για τον εντοπισμό του Τυπογραφείου από τους Γερμανούς, αλλά λόγω του καμουφλάζ και των συνωμοτικών σχεδίων, του Ελληνούδη, δεν μπορούσαν να το εντοπίσουν…». 
Κείμενα: Χρήστος Ζουλιάτης
(Στοιχεία γι αυτή την ανάρτηση άντλησα από διάφορα δημοσιεύματα εφημερίδων και, κυρίως, από την εφημερίδα «Ριζοσπάστης»).


Σήμερα θεωρείται ιστορικό διατηρητέο μνημείο και λειτουργεί ως Μουσείο Αντιστασιακού Τύπου.